Μετάβαση στο περιεχόμενο

Το «Σαντριβάνι». Η κατεδάφιση ενός μνημείου.

Το σιντριβάνι λίγο πριν την κατεδάφιση. Φωτογραφία του Κ. Παπαμιτσάκη. Από το βιβλίο του Τσαγκαράκη Γεωργίου, «Μεραμπελλιώτικα ανεγυρίσματα»

Την τρίτη 9 Ιουνίου 1959 ξεκίνησε η κατεδάφιση του σιντριβανιού που κοσμούσε την κεντρική πλατεία της Νεάπολης, μπροστά ακριβώς από το δημοτικό κήπο. Η απόφαση, σύμφωνα με την εφημερίδα «Δρήρο» είχε παρθεί οκτώ χρόνια νωρίτερα από το Δημοτικό Συμβούλιο.1 Η κατεδάφιση προκάλεσε έναν «πόλεμο» στον τοπικό τύπο με τη μια πλευρά να διαμαρτύρεται για την κατεδάφιση ενώ η άλλη να υπερασπίζεται την ενέργεια του δημοτικού συμβουλίου. Μέσα σε αυτό τον ιδιότυπο λεκτικό πόλεμο ευλόγως γεννιόνται πολλά ερωτήματα που δεν αφορούν μόνο το σιντριβάνι αλλά το σύνολο των υλικών καταλοίπων του παρελθόντος.

Το σιντριβάνι χτίστηκε από το Νομάρχη Κωνσταντίνο Αξελό που αντικατέστησε τον Κωστή Αδοσίδη Πασά. Ο Αδοσίδης ήταν αυτός που πρώτος οραματίστηκε και υλοποίησε το σχέδιο της αστικής Νεάπολης ως πρωτεύουσα του νομού με οικοδομικό πρόγραμμα που εμπνεύστηκε από μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις. Στο οικοδομικό του πρόγραμμα εντάχθηκε και η κατασκευή σιντριβανιών και δημόσιων κρηνών. Ένα από αυτά ήταν και το εξάγωνο σιντριβάνι που κοσμούσε την πλατεία. Στην πρόσοψη του σιντριβανιού τοποθετήθηκαν δεξιά και αριστερά δύο επιγραφές, η μια στην Τουρκική και η άλλη στην Ελληνική. Το κείμενο των επιγραφών είναι το εξής:

Πίνετ’εμεύ, νίζεσθ’υδρεύεσθ’

ούτι μεγαίρω μεμνησθ’αλλ’έμπης

και Θεόν ευλογέειν.

Κείνος γάρ ύδωρ ίησιν, εγώ

δ’υμίν καταλείβω.

Αέναος Κείνος, νώι δ’απορ

ρέομεν

αωο

Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Θεοχάρης Δετοράκης, μεταφράζει:

Πίνετε από μένα, νίπτεσθε,

παίρνετε νερό, δεν φθονώ,

αλλ’ όμως να θυμάστε να

ευλογείτε και τον Θεό.

Εκείνος στέλνει το νερό,

εγώ σας δροσίζω.

Εκείνος είναι αιώνιος, εμείς

είμαστε φθαρτοί.

Έτος 18702

Το εξάγωνο σιντριβάνι κατεδαφίστηκε από τον Αξελό και στη θέση του κατασκεύασε ένα άλλο μεγαλύτερο θολωτό σιντριβάνι με δύο γούρνες και δύο μεγάλες μπρούτζινες βρύσες (μουσουλούκια). Στο νέο σιντριβάνι εντοίχισε τις επιγραφές του παλαιότερου σιντριβανιού.

Το «Σαντριβάνι» που κατασκεύασε ο Κωστής Αδοσίδης Πασάς. Ελαιογραφία της εποχής, 1869.

Η σημασία των υλικών στο χώρο

O Halbwachs υποστήριξε πως το υλικό περιβάλλον φέρει το προσωπικό μας αποτύπωμα. Όλα εκείνα τα αντικείμενα που μας περιβάλλουν (στο σπίτι ή και ευρύτερα) και μας ανήκουν, φέρουν την προσωπική μας σφραγίδα.3 Τα υλικά, υπό αυτήν την έννοια, δεν παραμένουν άψυχα αλλά αποκτούν συμβολισμούς μέσα από τη νοηματοδότηση της οικογένειας, της κοινωνικής ομάδας ή και του έθνους. Επιπλέον τα υλικά φέρουν μνήμες. Οι μνήμες συγκροτούνται από τα άτομα ή τις κοινωνικές ομάδες. Ωστόσο η μνήμη δεν είναι μια και μοναδική μνήμη για κάθε αντικείμενο. Η ατομική και συλλογική μνήμη εξαρτάται από τα ερωτήματα που θέτονται σε διαφορετικές εποχές, μέσα σε διαφορετικές ιστορικές, πολιτισμικές και κοινωνικές συγκυρίες. Κάθε κοινωνική ομάδα μπορεί να αποδώσει διαφορετικό νόημα και συμβολισμό στα υλικά. Η μνήμη είναι υποκειμενική γι αυτό φανερώνει ορισμένες, μόνο, πτυχές του παρελθόντος. Γι’ αυτό η μνήμη είναι αμφιλεγόμενη και δεν αποτελεί αυτόματα τεκμήριο του παρελθόντος. Οι ιστορικοί αναλαμβάνουν να επεξεργαστούν, να ρωτήσουν την πηγή, και εκείνη να δώσει τις κατάλληλες απαντήσεις.

Μιλώντας για υλικά μπορεί να εννοούμε τεχνουργήματα ή κτίρια, ακόμη και πόλεις ολόκληρες ή το φυσικό περιβάλλον. Όλα αυτά είναι μέρος της ταυτότητας διότι ο άνθρωπος προσαρμόζεται στο περιβάλλον του. Βεβαίως, το ίδιο το περιβάλλον επηρεάζεται και αυτό από την παρουσία του ανθρώπου. Εφόσον οι άνθρωποι ζουν, πράττουν και αλληλοεπιδρούν μέσα στο χώρο, επηρεάζοντας ή επηρεαζόμενοι από το περιβάλλον, δημιουργούνται αναμνήσεις που συνδέονται άμεσα με το χώρο και αποτυπώνονται σε μορφές ατομικής ή συλλογικής μνήμης. Επομένως, ο χώρος αποτελεί πεδίο συλλογικής μνήμης και κάθε υλικό μέσα σε αυτό, φυσικό ή τεχνητό, διαμορφώνει και διαμορφώνεται μέσα από τη σχέση του ανθρώπου με αυτό.

Στην περίπτωση του σιντριβανιού προκύπτει το ερώτημα εάν αποτελεί ιστορικό μνημείο ή όχι. Ενώ κάθε κτίριο θα μπορούσε να φέρει μνήμες, ατομικές ή συλλογικές, δεν είναι δυνατόν να θεωρούνται όλα ιστορικά διατηρητέα. Το κατασκεύασμα πρέπει να προσφέρει σε συλλογικό επίπεδο συμβολισμούς μιας παλιάς εποχής της κοινωνίας στην οποία απευθύνεται. Επιπλέον, οι συμβολισμοί πρέπει να εντάσσονται και να ανταποκρίνονται στο κυρίαρχο εθνικό ή τοπικό αφήγημα. Φυσικά οι συμβολισμοί δεν είναι πάντοτε ίδιοι και δεν ανταποκρίνονται στο σύνολο της κοινωνίας, ιδιαίτερα όταν αυτές αποτελούνται από διαφορετικές ομάδες ανθρώπων, η μνήμη των οποίων δεν εντάσσεται ισότιμα στο κυρίαρχο αφήγημα. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τα μνημεία. Αναφέρω ως παράδειγμα τις συγκρούσεις που γέννησε η ανέγερση της προτομής του Άρη Βελουχιώτη στη Λαμία4 και το μνημείο των γερμανών αλεξιπτωτιστών στα Χανιά.5

Οι αντίθετες απόψεις

Οι αντίθετες απόψεις που κυριάρχησαν στα δημοσιεύματα της «Δρήρου» συνοψίζονται σε δύο βασικούς πυρήνες. Οι υπερασπιστές του σιντριβανιού αναδεικνύουν την ιστορικότητά του, τονίζοντας πως αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ταυτότητας της πόλης. Οι υπερασπιστές της κατεδάφισης, υποστήριζαν πως δεν αποτελούσε αρχαιολογικό ή αρχιτεκτονικό μνημείο και εφόσον δεν έχει καμία πρακτική χρήση, έπρεπε να κατεδαφιστεί προκειμένου να μην εξαπλώνονται ενδεχόμενες ασθένειες από τα λιμνάζοντα νερά του. Το ζήτημα του εκσυγχρονισμού εις βάρος του παρελθόντος είναι καίριο ζήτημα που απασχολεί συχνά την κοινωνία.

Ένα από τα κυρίαρχα επιχειρήματα που εντοπίζονται στα άρθρα του Τσαγκαράκη (Δρήρος, 04.10.1959, σ. 1) και του Ζουράρι (Δρήρος, 11.10.1959 σ. 2) είναι πως ο σκοπός του σιντριβανιού έπαψε να υφίσταται από τη στιγμή που το δίκτυο υδροδότησης άρχισε να απλώνεται σε ολόκληρη την πόλη και δεν θα υπήρχε πλέον ανάγκη για παροχή νερού από κρήνες. Ο Ζουράρις, ως γιατρός, πρόσθεσε πως το σιντριβάνι αποτελούσε κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Υποστήριξε επίσης ότι δεν έχει καμία καλλιτεχνική, αρχαιολογική ή ιστορική αξία άρα δεν υπάρχει λόγος να διατηρηθεί. Αναφερόμενος και στα ενετικά τείχη, διατύπωσε την άποψη πως οτιδήποτε, χωρίς ξεχωριστή αρχαιολογική, ιστορική ή καλλιτεχνική αξία, δεν θα έπρεπε να εμποδίζει το εκσυγχρονισμό της διαβίωσης των πολιτών.

Ο Τσαγκαράκης, ως πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου, στάθηκε περισσότερο στο πρακτικό μέρος της κατεδάφισης που αφορούσε το σχέδιο αναδιαμόρφωσης της πλατείας, ενός σχεδίου στο οποίο δεν είχε θέση το σιντριβάνι και στη θέση του οποίου έπρεπε να διαμορφωθεί διαφορετικά ο χώρος. Στα γραφόμενά του περιέγραψε τους επικριτές ως ξενιτεμένους, ίσως υπονοώντας ότι εφόσον δεν ζούσαν στη Νεάπολη δεν μπορούσαν να κατανοήσουν την επιβεβλημένη κοινωνική ανάγκη των πολιτών για εκσυγχρονισμό. Παραδέχτηκε, ωστόσο, τη συμβολική φύση του σιντριβανιού ως εκφραστής μιας άλλης εποχής, αλλά θεώρησε ότι δεν είναι τα κτίρια που φέρουν ιστορία αλλά οι άνθρωποι και οι παραδόσεις τους.

Οι υπερασπιστές του σιντριβανιού, επιφανείς πνευματικοί άνθρωποι της εποχής (Μαρία Αμαριώτου, Μανώλης Πυτικάκης και Γεώργιος Καφφετζάκης – Μαράντης), τόνισαν την πολιτιστική αξία του σιντριβανιού και την ανάγκη διατήρησής του. Η Μαρία Αμαριώτου στο άρθρο της (Δρήρος, 21.06.1955, σ. 1), επεσήμανε πως δεν έχει καμία σημασία η πρακτική αξία του σιντριβανιού αλλά αποτελεί ένα από τα στοιχεία της ιδιαίτερης ταυτότητας της πόλης και γι’ αυτό το λόγο δεν θα έπρεπε να καταστραφεί. Ο Μανώλης Πυτικάκης (Δρήρος, 17.06.1959 σ.1) υποστήριξε πως το σιντριβάνι αποτελούσε ένα από τα λίγα ιστορικά μνημεία που μαρτυρούν τη λαμπρότερη εποχή της Νεάπολης. Ο Γεώργιος Καφφετζάκης – Μαράντης (Δρήρος, 15.5.1959, σ. 2) πρότεινε την μετακίνηση του σιντριβανιού και όχι την καταστροφή ενώ εξέφρασε την απορία του για την τοπική κοινωνία που δεν εξεγέρθηκε εναντίον της απόφασης αυτής.

Άποψη της κεντρικής πλατείας, 1955. Το Σιντριβάνι βρίσκεται ακόμα εκεί. Φωτογραφία του Κ. Παπαμιτσάκη. Από το βιβλίο του Τσαγκαράκη Γεωργίου, «Μεραμπελλιώτικα ανεγυρίσματα»

Οι συμβολισμοί του σιντριβανιού

Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι οι υπέρμαχοι του εκσυγχρονισμού θεωρούν πως το σιντριβάνι δεν έχει καμία πολιτισμική αξία και επομένως καταστράφηκε στο όνομα της αναδιαμόρφωσης της πλατείας. Αντίθετα, η αντίθετη ομάδα προέβαλε την ιστορική αξία του σιντριβανιού. Πιστεύω πως το κυριότερο ζήτημα δεν ήταν η καταστροφή του αντιαισθητικού, όπως ανέφερε ο Ζουράρις, σιντριβανιού αλλά η θέση του στο χώρο. Από τα λεγόμενα του Τσαγκαράκη αντιλαμβανόμαστε πως το σιντριβάνι ίσως να υπήρχε ακόμα και σήμερα εάν η τοποθεσία του δεν ήταν στο κεντρικότερο σημείο της κεντρικότερης πλατείας της Νεάπολης. Ασφαλώς διασώζονται ακόμα κρήνες στη Νεάπολη και αυτό αποδεικνύει πως το σιντριβάνι απλά βρέθηκε σε λάθος θέση.

Η υπόθεση εργασίας μου σε αυτό το σημείο είναι να εξηγήσω την ιστορική σημασία του μνημείου, τους συμβολισμούς του και τη θέση του στο χώρο. Ήδη ανέφερα την άποψη ότι το σιντριβάνι καταστράφηκε εξαιτίας του χώρου στο οποίο βρέθηκε. Πράγματι, στα κεντρικότερα σημεία των πόλεων τοποθετούνται συνήθως μνημεία – σύμβολα των κυριότερων γεγονότων της ιστορίας. Στην πλατεία της Νεάπολης υπάρχει το άγαλμα της ελευθερίας με τους πεσόντες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και του εμφυλίου, το άγαλμα του Ελευθερίου Βενιζέλου και τις προτομές του ήρωα της Επανάστασης Ζερβονικόλα και τον μάρτυρα Ρούσσο Κούνδουρο. Όλες αυτές οι προσωπικότητες μαρτυρούν τους μεγαλύτερους σταθμούς της ελληνικής και κρητικής σύγχρονης ιστορίας (παλιγγενεσία, ένωση της Κρήτης, κατοχή και αντίσταση). Πώς να χωρέσει ανάμεσα σε αυτούς του ογκόλιθους της ιστορίας ένα σιντριβάνι που χτίστηκε επί Τουρκοκρατίας;

Ας αφήσουμε απ’ έξω τα όποια σενάρια αρχιτεκτονικών σχεδιασμών και μοντερνισμού που για λόγους αισθητικής δεν περιέλαβαν το σιντριβάνι. Το ζητούμενο είναι πως αν και κάποιοι διέκριναν την ιστορική σημασία του σιντριβανιού, αυτή δεν ήταν αρκετά ισχυρή για να το προστατεύσουν από την κοινωνία της Νεάπολης. Το σιντριβάνι δεν συμβολίζει κάποιο μεγάλο γεγονός της ιστορίας ούτε κάποια από τις αιώνιες αξίες του ελληνισμού. Επιπλέον, η άποψη του Ζουράρι, ότι πρόκειται για «ἕνα ὑπόλειμμα μιᾶς κακῆς ἐποχῆς» φανερώνει την τάση να αποσιωπούνται πτυχές της ιστορίας που δεν εξυπηρετούν το κυρίαρχο αφήγημα. Από το σχολείο, την πρώτη και κύρια επαφή μας με τη ιστορία, ξεκινά η αφήγηση μιας ιστορίας που εξυπηρετεί συγκεκριμένους στόχους και σκοπούς. Αυτή αφήγηση δεν αναφέρει ισότιμα όλες τις περιόδους της ιστορίας αλλά διακρίνει την ιστορία με βάση τη δημιουργία μιας διακριτής ταυτότητας, μια τάση που ξεκινά ήδη από το Διαφωτισμό και εκφράζεται κυρίως με τη Γαλλική Επανάσταση και την άνοδο των εθνικών κρατών. Το έθνος είναι μια κοινωνική κατασκευή που έχει στόχο να καθορίσει μια κοινή ταυτότητα, την εθνική ταυτότητα. Η ιστορία παίζει σημαντικό ρόλο σε αυτή την κατασκευή αφού το επιλεγμένο παρελθόν λειτουργεί νομιμοποιεί την εθνική ταυτότητα. Η θεώρηση του Ζουράρι, φανερώνει την τάση να αποσιωπάται η ιστορία των οθωμανικών χρόνων που σε πολλές περιπτώσεις θυμίζει απλά μια κακή παρένθεση στην ένδοξη ιστορία της Ελλάδος. Γι’ αυτό το λόγο και η Αμαριώτου στο κείμενό της διορθώνει την εντύπωση ότι τα λουτρά του Ηρακλείου δεν είναι τούρκικα όπως ευρέως πιστεύεται αλλά βυζαντινά. Υπερασπίζεται δηλαδή την ύπαρξή τους μέσα από την απόδοση ενός «ευγενέστερου» παρελθόντος. Η τουρκοκρατία, όμως, δεν είναι μέρος του παρελθόντος μας;

Αν και το σιντριβάνι δεν μαρτυρεί κάποια από τις τομές της ιστορίας, φέρει ωστόσο μνήμες από το παρελθόν σχετικά με την καθημερινότητα των παλαιών ανθρώπων, όταν η συνάντηση στις κρήνες αποτελούσε κοινωνική εκδήλωση για τους πολίτες. Είναι ένα δείγμα πρακτικών του παρελθόντος, ένα κομμάτι της ιστορίας του απλού λαού, της ιστορίας από τα κάτω. Πρόκειται για πτυχές του παρελθόντος που δεν έχουν ακόμα διερευνηθεί επαρκώς, μια τάση που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται στην Ελλάδα τις τελευταίες μόνο δεκαετίες, όπως είναι για παράδειγμα η προφορική ιστορία. Η κυρίαρχη ιστορία συνήθως ασχολείται με τα μεγάλα γεγονότα που επέφεραν μεταβολές στα κρατικά, εθνικά και πολιτικά συστήματα. Ασχολείται με τις μεγάλες μάχες, τις πράξεις των ελίτ και τα ηρωικά πρότυπα υποβαθμίζοντας την ιστορία του απλού λαού και του ρόλου του στις ιστορικές εξελίξεις. Το σιντριβάνι ωστόσο φέρει μνήμες άλλων εποχών, όπου η ύδρευση στο σπίτι δεν ήταν αυτονόητη, όταν η μεταφορά του νερού για τις καθημερινές δουλειές ήταν μια από τις σημαντικότερες εργασίες του νοικοκυριού, όταν ήταν σημείο συνάντησης των γυναικών της πόλης για να γεμίσουν τα σταμνιά τους. Όλες αυτές οι πρακτικές είναι μέρος της τοπικής ιστορίας και συνδέονται με την καθημερινή ζωή στη Νεάπολη. Θεωρώ, λοιπόν, πως το σιντριβάνι ήταν τοπικός μάρτυρας και λαϊκό μνημείο του παρελθόντος με συμβολισμούς αρκετά ισχυρούς για να προστατευτεί και να διατηρηθεί μέχρι σήμερα.

Το θέμα μπορεί να αναλυθεί από αρκετές ακόμα πλευρές, ωστόσο δεν είναι αυτός ο άμεσος στόχος του άρθρου. Στο μέλλον, επιφυλάσσομαι να αναλύσω ακόμα περισσότερες πτυχές για τα λαϊκά μνημεία. Παρακάτω παραθέτω όλα τα άρθρα της εφημερίδας για τις διαμάχες του σιντριβανιού σε χρονολογική σειρά. Το πρώτο άρθρο δεν γράφτηκε το 1959 αλλά τέσσερα χρόνια νωρίτερα δείχνοντας πως πράγματι ο σχεδιασμός της κατεδάφισης του σιντριβανιού ήταν παλαιότερος.

Τα άρθρα των εφημερίδων

Εφημερίδα «Η Δρήρος», 15 Μαΐου 1955

ΤΟ ΣΥΝΤΡΙΒΑΝΙ

Τώρα καί χρόνια ἡ Μαρίκα, ἡ ἐκλεκτή πνευματικὴ γυναῖκα τοῦ τόπου μας, εἶχε περιβάλει μέ ἰδιαίτερη στοργή τό «Συντριβάνι». Ἐκεῖ στό σύλλογο τῆς «Δρήρου», πού περισσότερο συνεργαζόμαστε, μοὔλεγε μέ παράπονο. «Τί κρῖμα νά κολλήσουν δίπλα στό Συντριβάνι, ἐκεῖνο τό καφενεῖο πού χαλάει ὅλη τήν ὡραία γραμμή τοῦ ἱστορικοῦ γιά τή Νεάπολη, αὐτοῦ μνημείου».

Τό θυμήθηκα, διαβάζοντας στό τελευταῖο φύλλο τῆς «Δρήρου» τήν ἔντονη διαμαρτυρία της γιά τίς σκέψεις πού γίνονται νά τό ἐξαφανίσουν!

Γιά ὄνομα τοῦ Θεοῦ! Ἔχομε τόσα λίγα νεώρετα ἱστορικά μνημεῖα πού εἶναι φοβερό νά τά συνεπάρει καί αὐτά ὁ ὁδοστρωτῆρας τοῦ μοντέρνου ἐξωραϊσμοῦ, πού κινδυνεύει νά σβύση, ἀπό τή μιά ἄκρη ὡς τήν ἄλλῃ τοῦ νησιοῦ, μαζύ μέ τήν ἄγνοια τῶν χωρικῶν μας, μνημεῖα τῆς μακραίωνης ἱστορίας τῆς Κρήτης, πού ἀφοροῦν ὄχι μονάχα τούς ἀγῶνες καί τίς θυσίες της, μά καί τήν Τέχνη καί τήν ὅλη πνευματική πορεία τῆς ἀνάμεσα στούς αἰῶνες.

Τό Συντριβάνι τῆς Πλατείας εἶναι ἕνα ἀπ᾿ αὐτά. Μά καί μαζί εἶναι δεμένο μέ τήν ὡραία σιλουέττα της. Ἂν ἀπαλαχτεῖ ἀπό τό ξένο χτίριο πού τοῦ προσκόλλησαν καί ἐξωραϊστεῖ ὅπως ὡραία ὑποδείχνει στό ἄρθρο τῆς ἡ Δίς Ἀμαριώτου, θά προαγάγη καί τήν ὠμορφιά τῆς πλατείας, ὅπως εἶμαι βέβαιος πώς συμφωνοῦν οἱ ἄνθρωποι τῆς Τέχνης καί τῶν Γραμμάτων τοῦ τόπου μας.

Γεώργιος Ί. Καφφετζάκης – Μαράντης

Εφημερίδα «Η Δρήρος», 14/06/1959

Ή κατεδάφισις του Σαντριβανιοῦ

Ἀπό τά ἔργα τῆς νέας Δημοτικῆς Ἀρχῆς

Ἐντελῶς ξαφνικά καί ἀπρόοπτα τήν περασμένη Τρίτη τό πρωί ἄρχισε η κατεδάφισι τοῦ Σαντριβανιοῦ τῆς πλατείας ἐντολῇ τοῦ δημαρχοῦντος κ. Μιχ. Σπίθα καί βάσει μιᾶς ἀποφάσεως τοῦ Δημοτικοῦ Συμβουλίου πρό ὀκταετίας γενομένης.

Ὡς δικαιολογία τῆς κατεδαφίσεως προβάλλεται ὁ ἰσχυρισμός ὅτι διά νά πραγματοποιηθῇ συγχρονισμένος ἐξωραϊσμός τῶν κήπων ἔπρεπε νά κατεδαφισθοῦν ὄχι μόνον τά κατοχικά κτίσματα τῶν κήπων καί ἡ παράγκα – καφφενεῖον ἀλλά καί τό ἱστορικό μνημεῖον Σαντριβάνι διότι λέγει μέ τήν ἐπέκτασι τοῦ δικτύου ὑδρεύσεως στά σπίτια καί σέ ὅλα τά σημεία τῆς πόλεως δέν ἐξετέλει πλέον κανένα προορισμό καί τό νερό τῆς δεξαμενῆς τού ἐχρησιμοποιεῖτο γιά νά πλένει ὁ καθένας ὅτι ἤθελε κατά τρόπο ἀντιαισθητικό καί βλαβερό στήν δημοσία ὑγεία.

Δυστυχῶς στήν περίπτωσι αὐτή δέν μπορέσαμε νά νοιώσουμε τήν ἀξία τοῦ Σαντριβανιοῦ καί ὥς μνημείου τῆς τοπικῆς μας ἱστορίας καί ὥς ἀριστουργήματος ἀρχιτεκτόνικῆς πού ἡ κάθε του πελεκητή πέτρα τοποθετημένη ἀπό πραγματικούς καλλιτέχνες μαστόρους τῆς περασμένης ἐποχῆς προκαλοῦσε τόν θαυμασμό στούς περαστικούς καί στούς ντόπιους πού περιειργάζοντο τό θαυμάσιο κτίσμα καί τήν περίφημη δίγλωσση ἐπιγραφή του πού οἵ πλάκες τήν πέρασαν τώρα στό Μουσείο πρός φύλαξιν ὅπως καί τά λαξευτά πλαίσια τῶν κρουνῶν.

Ἠ νέα Δημοτική Διοίκησις ἀτυχῶς ἀντί νά ἐγκαινιάση τήν περίοδο τῆς ἐξουσίας της μέ ἐξωραϊστικά ἤ κοινωφελῆ ἔργα ἄρχισε μέ τήν δημιουργία νέων ἐρειπίων, σάν νά μήν ἔφτανε ἡ ὑπάρχουσα γενική ἄποψις ἐγκαταλελειμμένης πόλεως πού παρουσιάζει σήμερα ἡ Νεάπολις μέ τίς τόσες φθορές πού ἔχει στούς δρόμους καί στά κτίσματά της, στά ὁποῖα μποροῦσε νά στραφῇ δημιουργικά ἡ προσοχή της, περιλαμβάνοντας καί τόν ἐξωραϊσμό τοῦ Σαντριβανιού γιά νά δικαιώσῃ ἄλλωστε ἐκ τῶν πραγμάτων καί τόν τίτλο τοῦ ἐκλογικοῦ συνδυασμοῦ τῆς «Ἀναγέννησις».

Εφημερίδα «Η Δρήρος», 21/6/1959

Τό Σαντριβάνι

Τῆς Δίδως Μαρίας Ἀμαριώτου

Στή μέση τσῆ Νεάπολης εἶναι ἕνα χιαντριβάνι,
κι ἀπό ‘χει πόνο στὴν καρδιά,
νὰ πα νὰ πιεῖ νὰ γιάνει.

Ἡ μαντινάδα, μέ τήν παλιά της προφορά ἀσφαλῶς καί τήν πιὸ σωστή μᾶς ἔρχεται ἀπό τόν περασμένο αἰῶνα. Τήν ξέρατε;

Πάντως τό σαντριβάνι τό ξέρατε. Ἁρμονικό, χαριτωμένο στή λιτότητα τῆς γραμμῆς του, ἀπό πέτρα, μέ τίς ὡραῖες του ἐπιγραφές. Καλλιτεχνήματα τοῦ λόγου καί τοῦ καλεμιοῦ. Σῆμα κατατεθέν τῆς πλατείας, πού εἶχε χάσει ὡς καὶ τ ὄνομα της, ἀφοῦ τά πλατανάκια της εἶχαν ἀντικατασταθῆ μέ τά διψαλέα καὶ θερμοΐσκιωτα πεῦκα καὶ τούς ἀλλοδαπούς εὐκαλύπτους.

Διαβάζω στή Δρήρο πού μοῦ ἦρθε σήμερο πώς ἄρχισε ἡ κατεδάφισίς του! Γιατί, λέει, μιά μέρα θὰ ναι τόσα τά νερά, πού δέ θὰ χρειάζεται, καὶ γιατί κτλ.

Μόνο θλίψη μπορεῖ νὰ προκαλέσει, βαθιά θλίψη, καὶ ἡ πράξη καὶ ἡ δικαιολογία της. Τούς ἄρχοντες μικρῶν καὶ μεγάλων τόπων κατέχει φαίνεται ἕνα ὀξύτατο αἴσθημα κατωτερότητος τοῦ τόπου τους, καὶ θέλουν νὰ τόν «συγχρονίσουν» καὶ νὰ τόν «ἐξωραΐσουν». Ὅρα καὶ τό πολυώροφο ξενοδοχείο πού ἀσχημίζει ἑαυτό καὶ περιβάλλον. Δὲν ἐνδιαφέρθηκε κανένας πολεοδόμος ἄραγε;

Τώρα μέ τό σαντριβάνι γίνονται χειρότερα. Ὁ,τι πάνω κάτω καὶ μέ τούς λουτρούς τοῦ Ηρακλείου, τά χαμάμια. Τά νομίζαμε τουρκικά. Ὁ λουτρός εἶναι κληρονομιά τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ.

Στὸ Ἡράκλειο τ ἀχρήστεψαν, τά κατέστρεψαν, ἐπειδή, λέει, τώρα ἔχουν ὅλοι μπάνιο στὸ σπίτι τους, τί χρειάζονται λοιπόν;

Πρῶτα πρῶτα πού δέν ἔχουν ὅλοι μπάνιο στό σπίτι τους.

Κι ἔπειτα, καὶ δὲν πά νὰ ἔχουν; Παραβάλλεται ποτέ μιά λούση στό σπίτι μέ μιά λούση στό χαμάμι, ὁπού ἐξυπηρετοῦνται θαυμάσια καὶ ὁ καθαρισμός τοῦ σώματος καὶ βαθύτερες θεραπευτικές ἀνάγκες; Νὰ ἤξεραν μονάχα οἵ κυρίες πόσο τό χαμάμι διατηρεῖ καὶ ἀνανεώνει τή φρεσκάδα καί τήν ὀμορφιά, θά κάναν ἐπανάσταση.

Αλλά τά ‘φαγε κι αὐτά ὁ νεοπλουτικός μας συγχρονισμός, πού μεταδόθηκε σάν ἀρρώστια κολλητική καί στίς ἐπαρχίες καί στά χωριά.

Καί θύουν καί ἀπολλύουν ὅποιος προκάμει!

Δέν ὑπάρχει καμιά ἀρχή νά προστατέψει τούς τόπους ἀπό τέτοιους συγχρονισμούς; Νομίζω πώς οἵ Νομαρχίες ἔχουν ἐντολή νά φροντίσουν γιά τή διατήρηση τῆς ἱστορικῆς καὶ αἰσθητικῆς μορφῆς τοῦ φυσικοῦ καὶ τεχνητοῦ τοπίου.

Τοπίο εἶναι καί μιά πόλη, μέ τό χρῶμα της, τήν ἰδιοτυπία της, τήν ἱστορική της μνήμη. Καί μέ τά τοπωνύμιά της καί τίς κτιριακές της μορφές εἶναι μιά ἀπλαστογράφητη εἰκονογραφημένη ἱστορία. Πῶς ἁπλώνομε χέρι στίς σελίδες της;

Καί συλλογίζομαι αὐτή τή στιγμή: Γιατί θλίβομαι τόσο γιά τή Νεάπολη, γιά τό Ἡράκλειο γιά τήν Ἀθήνα; Δέν εἶμαι Νεαπολίτισσα, οὔτε Ἡρακλειώτισσα, οὔτε Ἀθηναία.

Οὔτε Ρεθεμιώτισσα, ἄλλος καημός μου τό Ρέθεμνος Γιατί λοιπόν;

Ἴσως ἐπειδή αὐτά πού κάνουν σ ἐμάς τούς ξενομπάτες ἐντύπωση σ αὐτές, εἶναι κάτι τό ἰδιότυπο, τό πρωτοείδωτο, τό χαρακτηριστικό καί σπάνιο, πού ἀλλοῦ δέν τό ‘χουν καί πού ὅταν τό χαλάσεις δέν ἔχης ποιόν ἀντικαταστάτη ἰσάξιο νά βάλεις στή θέση του. Αὐτό ἐξηγεῖ καί τό πώς ὑπόγραψαν μιά διαμαρτυρία γιά τή μορφή τῆς Ἀθήνας, μαζί μέ τούς Ἕλληνες καί μερικοί ξένοι.

Μᾶς συγχωρεῖτε, φίλοι Νεαπολίτες, πού πονοῦμε γιά τή Νεάπολη, ἀλλά σ αὐτήν δέ μᾶς ἐντυπωσιάζουν οὔτε μέγαρα καί καφφενεῖα, οὔτε πολυώροφα χτίσματα. Ὁ κόσμος ὅλος τά ‘χει ἴσως καί πιό πολλά καί πιό καλά. Μά τό σαντριβάνι σας πού μποροῦσε νά γίνει χάρμα τῶν ματιῶν, νὰ κρουνελιάζει τό νερό κάτω ἀπό ἀραχνοΰφαντες πρασινάδες, καὶ νὰ ξεχειλίζουν οἵ γούρνες του πολυτρίχια καί μουσκές ὅταν θὰ εἶχαν ὅλοι νερό στό σπίτι τους, αὐτό δέ θά μποροῦσε νά μᾶς τό δείξει ἄλλη κωμόπολη.

Πολλά θά εἶχα ἀκόμη νά πῶ, ἀλλά εἶναι τόσο περίλυπη ἡ ψυχή μου.

Εφημερίδα «Η Δρήρος», 21/6/1959

Θεσσαλονίκη 17/6/1959

Ἀγαπητέ κ. Διευθυντά.

Μέ κατάπληξη διάβασα σήμερο στή «Δρήρο» τό γκρέμισμα τοῦ σαντριβανιοῦ τῆς πλατείας.

Καὶ ἀναρωτιέμαι μέ λύπη καὶ πικρία: Τί τούς ἔφταιξε τό κτίσμα τοῦτο; Ποιό πείραζε αὐτό τό βουβό μνημεῖο πού ὡς τόσο μιλοῦσε τόσο εὔγλωττα, γιά μιά ἀπό τίς πιό ὄμορφες ἐποχές πού γνώρισε ἡ Νεάπολη;

Δέν θέλω νά πῶ, πώς τό σαντριβάνι ἦταν ἕνα ἀνεκτίμητο μνημεῖο τέχνης, πού θά ἀποτελοῦσε βεβήλωση τό τόσο ἄστοργο ξεθεμελίωμά του.

Ἦταν ὅμως μιά σελίδα τῆς ἱστορίας της.

Ἦταν ἕνα ταπεινό μνημεῖο πού ἡ λευκή σιλουέτα του ἀνιστοροῦσε μιά ἐποχή.

Καί δέν ἔχομε δά τά περισσευούμενα ἱστορικά μνημεῖα στή Νεάπολη γιά νὰ τ’ ἀντικρύζουμε μέ τόση περιφρόνηση.

Καί ἀκόμα ὅμως ἄν δὲν θέλουμε νά τοῦ ἀναγνωρίσουμε οὔτε μιά τέτοιαν ἀξία, δέ μποροῦμε νά παραβλέψουμε πώς τό κτίσμα τοῦτο, μέ τό πράσινο φόντο πού τό πλαισίωσε ἡ στοργική κάποτε φροντίδα ἀνθρώπων πού ἀγαπούσανε ἀληθινά τόν τόπο, ἀποτελοῦσε ἕνα αἰσθητικό συμπλήρωμα τοῦ τοπίου. Τοῦ ἔδινε ζωή καί χρῶμα.

Ἦταν ἕνα κομμάτι Νεάπολη τό Σαντριβάνι. Τό πιό γνήσιο ἴσως καί τό πιό ἀληθινό.

Ἔτσι τό γκρέμισμά του θ’ ἀφήσει μιά δύσμορφη κι ἀνεξίτηλη οὐλή στό σῶμα της. Μιά οὐλή, παντοτεινό μάρτυρα ὑλικῆς ἀστοργίας καί πνευματικοῦ νεοπλουτισμοῦ.

Διάβασα ἀκόμη πώς ἡ μαρμάρινη πλάκα μέ τή δίγλωσση ἐπιγραφή, τοποθετήθηκε στό μουσεῖο.

Μά ἡ μαρμάρινη τούτη πλάκα, δέ σκαλίστηκε στὴν Πόλη πρίν 90 χρόνια, γιά νά μπεῖ, ἔτσι στά καλά καθούμενα, στό μουσεῖο.

Στό μουσεῖο μοῦ φαίνεται πώς θά πρέπει νά τοποθετηθοῦν ἐγκαίρως, γιά τό καλό τοῦ τόπου, κάτι τέτοιες «μοντέρνες» ἀντιλήψεις περί αἰσθητικῆς καί πολιτισμοῦ.

Φιλικώτατα
Μανώλη Πυτικάκης

Εφημερίδα «Η Δρήρος», 7/09/1959

«ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΡΙΒΑΝΙΟΥ»

Στό 2ο τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ «Τουριστική Κρήτη», ἡ Δίς Ἀμαριώτου, ἡ μεγάλη φίλη τῆς Νεαπόλεως καί κάθε Κρητικῆς ὠμορφιᾶς, θρηνεῖ ἄλλη μιά φορά τό Σαντριβάνι. Τό μνημεῖο αὐτό, πού ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἀπόδημοι συμπολῖτες κατάπληχτοι ἐπληροφορήθημεν ἀπό τή «Δρῆρο» τό γκρέμισμά τοῦ, τόν Βανδαλισμό αὐτό, πού μονάχα, ἄνθρωποι, ξένοι πρός τὴν ἱστορία τοῦ τόπου θά ἀποφάσιζαν. Μά ἄν οἱ ἀποφασίσαντες τήν κακή αὐτή πρᾶξι ἦσαν τέτοιοι, ὑπάρχουν τόσοι ἄλλοι Νεαπολῖτες πού διακρίνονται καί γιά μόρφωση καί γιά καλαισθησία καί γιά τό ἐνδιαφέρον τοῦ τόπου τους, πού ὥφειλαν νά ἐμποδίσουν τήν τρομερή αὐτή πράξη. Καί ἄν ἀκόμη ἀδυνατοῦσαν νά τήν προλάβουν, ὥφειλαν τουλάχιστον ἐγκαίρως νά μελετήσουν τήν μετατόπιση τοῦ Σαντριβανιοῦ, σέ κεντρικώτερο μέρος, παραδειγματιζόμενοι ἀπό τό Ἡράκλειον, ποῦ ὁ σεβασμός πρός τά ἱστορικά μνημεῖα τῆς πόλης αὐτῆς, μαζί μέ τίς ἄλλες ἀρχαιότητες, ἐφρόντισε νά μετατοπίσει τίς παλιές Τουρκικές Κρῆνες (ἴδε μιά, στήν εἴσοδο τῶν Τριῶν Καμαρῶν, καθώς ἀνερχόμεθα δεξιά πρό τοῦ Μουσείου καί ἄλλη μιά, ἀπέναντι στήν εἴσοδο τοῦ ἄλλου ἱστορικοῦ Μουσείου).

Γράφει λοιπόν ἡ Δίς Ἀμαριώτου:

Μόνο θλίψη μπορεῖ νά προκαλέση, βαθιά θλίψη, καί ἡ πρᾶξη καί ἡ δικαιολογία της! Τούς ἄρχοντες μικρῶν καί μεγάλων τόπων κατέχει φαίνεται ἕνα ὀξύτατο αἴσθημα κατωτερότητος τοῦ τόπου τοὺς καί θέλουν νά τόν «ἐκσυγχρονίσουν καί νά τόν «ἐξωραΐσουν»…
…«Δέν ὑπάρχει καμιά ἀρχή νά προστατέψη τούς τόπους ἀπό τέτοιους συγχρονισμούς; Νομίζω πώς οἱ Νομαρχίες ἔχουν ἐντολή νά φροντίζουν γιά τήν διατήρηση τῆς ἱστορικῆς καί αἰσθητικῆς μορφῆς τοῦ φυσικοῦ καί τεχνητοῦ τοπίου….. Μᾶς συγχωρεῖτε, φίλοι Νεαπολίτες, συνεχίζει ἡ δίς Ἀμαριώτου, πού πονοῦμε γιά τή Νεάπολη, ἀλλά σ᾽ αὐτήν δέν μᾶς ἐντυπωσιάζουν οὔτε μέγαρα οὔτε καφενεῖα οὔτε πολυόροφα κτίσματα. Ὁ κόσμος ὅλος τά ᾽χει πιό πολλά καί πιό καλά. Μά τό σαντριβάνι σας, πού μποροῦσε νά γίνη χάρμα τῶν ματιῶν, νά κρουνελιάζη τό νερό κάτω ἀπό ἀραχνοΰφαντες πρασινάδες, καί νά ξεχειλίζουν οἱ γοῦρνες του πολυτρίχια καί μουσκές, ὅταν θά εἶχαν ὅλοι νερό στό σπίτι τους, αὐτό δέ θά μποροῦσε νά μᾶς τό δείξει ἄλλη κωμόπολη»…

Μά τό κακό ἔγινε. Ἄς εὐχηθοῦμε μονάχα νά μήν περιλάβη τό «ἀνακαινιστικό» πρόγραμμα τῶν ἀρχόντων μᾶς, καί ὅτι ἄλλο ἔχει σχέσι μέ τήν ἱστορία τοῦ τόπου μας.

Γεώργιος Ἰ. Καφφετζάκης – Μαράντης

Εφημερίδα «Η Δρήρος», 4/10/1959

Ένας μεγάλος θόρυβος

Αντίλογος σε μια επίκριση

Mεγάλο θόρυβο σήκωσαν οἱ πνευματικοί μας ἄνθρωποι στήν Ἀθήνα γύρω ἀπό μια ἐνέργεια τοῦ Δημαρχοῦντος πρό μηνῶν κ. Σπίθα πού κατεδάφισε τό Σαντριβάνι ἐκτελῶντας ἀπόφαση τοῦ παλαιοῦ δημοτικού συμβουλίου, τό σημερινό δημοτικό συμβούλιο δέν ἀπαλλάσσεται βέβαια τῆς εὐθύνης γιά τήν ἐνέργεια αὐτή τοῦ κ. Σπίθα καί εἷναι κατά τεκμήριο τουλάχιστο ἀλληλέγγυο πρός αὐτόν, γιατί κάθε τι πού ἀφορᾶ τήν ἄσκηση δημοτικῆς ἐξουσίας παρουσιάζει ἀδιαίρετη μορφή ἔστω καί ἄν ἀπεφασίσθη ἤ ὄχι ἀπό τό συμβούλιο.

Ὅμως λυπούμεθα γιὰ τὸν τόσο θόρυβο πού σήκωσαν οἵ ξενιτεμένοι πνευματικοί μας ἄνθρωποι μέ τόν τύπο, ἕνα θόρυβο ἀσίγαστο καί μιά κριτική πού ξεπερνᾶ κατά πολύ τά συνηθισμένα ὅρια, μέ χρήση λέξεων καί φράσεων πού ὁπωσδήποτε θίγουν τήν ἀξιοπρέπειά μας. Δέν μνησικακοῦμεν ὅταν οἱ ἐπικριταί μας ἡ Δ/δα Ἀμαριώτου καί κ. Μαράντης ἄνθρωποι πνευματικοί μέ γενικώτερη προβολή, γιατί γνωρίζουμε τόν πόνο τους καί τήν ἀγάπη τους γιά τό τόπο μας καί τήν ἱστορία του, ὅμως ἡ ἐπίκρισή τους γιὰ τή κατεδάφιση γίνεται μὲ κριτήρια συναισθηματικὰ καὶ ὑποκειμενικὰ πού ὑπαγορεύει ὁ φόβος ὅτι χάνεται ἕνα ἔργο πού ζωντανεύει τὴν ἱστορία μας. Καθόλου δέν παραγνωρίζομε ὅτι τό Σαντριβάνι σέ ἕνα βαθμό ὑπῆρξε ἐκφραστικό τῆς φυσιογνωμίας τοῦ τόπου μας ὅμως ἡ κατεδάφισις του πού εἶναι θυσία ἀποτελεῖ ἀνάγκη κοινωνική γιά τή Νεάπολι στήν ἐποχή μας.

Ὀ μεταβαλλόμενος ρυθμός τῆς ζωής μᾶς ἐπιβάλει τήν ἀναδιαμόρφωσι τῆς πλατείας καί ἡ ἴδια ἀνάγκη μᾶς ἐπέβαλε νά ζητήσωμε τήν ἀπαλλοτρίωσι τῆς οἰκοδομῆς Μαραγκάκη, καί τώρα ἕνα σχέδιο εἰδικοῦ ἀρχιτέκτονός εὑρίσκεται στά χέρια μας σχέδιο λεπτολόγο καί ἄρτιο. Προβλέπεται ἀνασύνθεσις τοῦ χώρου τοῦ κήπου σέ ἑνιαῖο χῶρο καί ὄχι ἀποκομμένο σέ δύο, μέ κατάργησι τοῦ κεντρικοῦ δρόμου πρός τά δικαστήρια καί ἀντικατάστασί του μέ στενή πλακόστρωτη διάβαση μέσα στόν κῆπο. Προβλέπεται μετάθεσι τοῦ μνημείου τοῦ ἀγνώστου στρατιώτου στήν ἀρχή τῆς στενῆς διαβάσεως πρός τά δικαστήρια καί διαμορφώνεται χῶρος εἰδικῶς, παράπλευρα τοῦ τόπου πού ἦταν κτισμένο τό Σαντριβάνι. Ἠ κοινωνική ἀνάγκη νά διαμορφωθῆ ἡ πλατεῖα καί ὁ κῆπος ἐπέβαλε τήν κατεδάφισι τοῦ Σαντριβανιοῦ ἀφοῦ, σέ καμμιά περίπτωσι δέν μποροῦσε νά συνυπάρχει σέ χῶρο ἀρχιτεκτονικά συγχρονισμένο καί παράπλευρα τοῦ χώρου πού θά στηθῆ τό μνημείο τοῦ ἀγνώστου στρατιώτου, ὥστε ἡ βάνδαλη κατεδάφισι πού γράφει ὁ κ. Μαράντης θα εἶχε δικαιολογήση ἄν ἦτο ἀνόητη ἰδιοτροπία καί ὄχι κοινωνική ἐπιταγή.

Κάθε ἐνέργεια ἔχει ἀναμφισβήτητα θετικές καί ἀρνητικές συνέπειες, ἡ ἀξιολόγησι τώρα καί ἡ διαβάθμιση τους μᾶς δίδει τήν ἀντικειμενική ἐκτίμηση τῆς ἐνέργειας. Ἔτσι ἄν σήμερα ἡ κατεδάφισι θεωρεῖται ὅτι ἔχει τίς ἀρνητικές συνέπειες ὅτι μεταβάλει τή φυσιογνωμία τοῦ τόπους μας, ὅμως ἔχει τή γόνιμη συνέπεια τῆς δημιουργίας μιᾶς μεταβολῆς πολιτιστικῆς ἐκσυγχρονισμοῦ τῆς πόλεως πού ν’ ἀνταποκρίνεται στίς ἀνάγκες τῆς σύγχρονης ζωής, μιᾶς μεταβολής πού θά φέρη ἐπανάστασι στή πολεοδομική καί αἰσθητική μορφή τοῦ τόπου.

Μπορεῖ νά εἶναι ἀλήθεια αὐτό ποῦ γράφει ἡ Δίδα Ἀμαριώτου ὅτι ἐμεῖς ἐδῶ κατεχόμαστε στήν ἐπαρχία ἀπό συμπλέγματα κατωτερότητος ὅμως δέν φταῖμε, φταίει ἡ ὐποανάπτυξη τῆς ἐπαρχίας τοῦ τόπου μας ποῦ ζεῖ μέ τήν ἀγωνία τῶν προβλημάτων του. Ζοῦμε ἐδῶ κάτω ἀπό τήν ἐπίδρασι τῶν συνεχῶν συγκινήσεων τοῦ λαοῦ μας ποῦ μοχθεῖ νὰ ὑπερνικήση τίς δυσχέρειες ἀτομικές καὶ γενικώτερες, καὶ ἔτσι μέσα σ’ αὐτό τό περιβάλλον τό φτωχό τό ἀδύναμο διαμορφώνεται ἠ συνείδησί μας σάν ἀντανάκλασι μιᾶς ζωῆς δύσκολης καὶ ἀναιμικῆς. Ἄν λοιπόν θέλωμε νά συγχρονίσωμε τήν πόλι μας αὐτό σήμερα εἶναι ἀνάγκη κοινωνική ἱστορική, πού ξεπηδᾶ ἀπό τίς ἀνάγκες τῆς ζωῆς πού θέλει νὰ πλατύνη τήν κοινωνική μας συνείδησι καὶ νὰ τήν ἀπαλλάξη ἀπό τά κόμπλεξ κατωτερότητος, γιατί τήν ἱστορία δὲν τήν κινεῖ τό παρελθόν ἀλλὰ τό παρόν μέ τά προβλήματά του.

Θὰ κοπάση ὁ θόρυβος καὶ τό ἔργο μπορεῖ νὰ πραγματοποιηθῆ καὶ οἱ πνευματικοί μας ἄνθρωποι ποῦ τόσο συμπαθοῦμε δὲν θὰ αἰσθάνονται τὴ θλίψη ποῦ γράφουν ἀλλὰ θὰ νοιώθουν ὑπερηφάνεια καί λύπη ὅμως, γιά ὅσα ἔγραψαν. Θὰ καταλάβουν ὅτι ἡ ἱστορία καὶ ἡ φυσιογνωμία του τόπου μας δὲν μεταβάλλεται γιατί ὑπάρχει ὁ Μεραμπελιώτικος λαός μας ποῦ εἶναι ὁ φορέας τῆς παραδόσεως, αὐτός δίδει τό χρῶμα καὶ τὴ Μεραμπελλιώτικη φυσιογνωμία τῆς ζωῆς ἀποκλειστικά. Καὶ ἀκόμη ὅτι τό παρελθόν, τά κτίσματά του καὶ οἱ ἐπιβιώσεις του, δέν εἶναι πάντοτε ἀπαραβίαστα ὅταν συγκρούονται μέ τό παρόν, καί πολύ προτιμότερο εἶναι νά εἶναι κανείς δοῦλος τοῦ μέλλοντος παρά δοῦλος τοῦ παρελθόντος.

Ευάγγελος Τσαγκαράκης
Πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου

Εφημερίδα «Η Δρήρος», 11/10/1959

Αἱ ἀντίθετοι ἀπόψεις γιά τό Σαντριβάνι

του κ. Ζουράρι Γεωργίου Ἰατρού

Ὁ διακεκριμένος συμπολίτης λογοτέχνης κ. Μαράντης ὕψωσε καὶ αὐτός με τή σειρά ἀπό τίς στῆλες τῆς «Δρήρου» τή φωνή του, γιὰ νὰ θρηνήση μαζί μέ τή Δ/δα Ἀμαριώτου, τήν ἐξαιρετική αὐτή διανοουμένη γυναῖκα καί τόν ἐκλεκτό λόγιο καί φίλο κ. Πιτυκάκη, τό Σαντριβάνι. Καί σὰν νὰ ἐπρόκειτο γιὰ κανένα ἐξαίρετο ἔργο τέχνης, γιὰ ἕνα μνημεῖο πού νὰ συμβολίζη κάτι τό αἰώνιο καὶ ἀθάνατο, ἤ νὰ ἔχει κάποια σχέσι μέ ὡρισμένες ἱστορικές στιγμές καὶ ἀξέχαστες, ἤ ἐπὶ τέλους νάχη κάποιο δεσμό μέ τήν ἱστορία τοῦ τόπου μας. Χύνουν δάκρυα στό μέρος ἀκριβῶς πού ἐχύνετο ἄλλοτε ἔστω καὶ σπάνια τό νερό ἀπό τίς βρῦσες τοῦ «μνημείου» πού ἄν δέν ἐγέμιζε τα σταμνιά καί τά λαΐνια τῶν συμπολιτῶν μας, ἐγέμιζε ὅμως μέ λάσπη ἀκαθαρσία και μυῖγες τήν μοναδικήν μας πλατεῖα.

Οὔτε λοιπόν γιά ἱστορικό μνημεῖο ἐπρόκειτο οὔτε γιά ἔργο τέχνης, οὔτε γιὰ ἀξιόλογο κτίσμα τοῦ ὁποίου τό γκρέμισμα θὰ ἦτο ἱερόσυλο πρᾶξις καὶ ἐνέργεια βανδάλων, ὅπως ἰσχυρίζεται ὁ διακεκριμένος ἀρθρογράφος σας. Ἡ παρουσία του ὄχι μόνο δὲν ἦτο «χάρμα ὀφθαλμόν» ἀλλά μέ τόν ἀκατέργαστο καί ἄτεχνο ὄγκο του ἦτο ἐμπόδιο στή θέα στόν ἐξωραϊσμό καὶ γενικά στὴν ἐμφάνισι της πλατείας. Χωρίς νὰ ἐξυπηρετῇ κανένα σκοπό, χωρίς καμμιά ὁποιασδήποτε φύσεως ἀξία, χωρίς «αἰσθητική» καὶ ρυθμό ἦτο ἁπλῶς ἕνα κατασκεύασμα ἄχρηστο ἀντιαισθητικό, ἀνούσιο, πού ἐφ’ ὅσον δέν ἐξεπλήρωνε μέ τήν διαρκῆ ἔλλειψι νεροῦ τόν προορισμό γιά τόν ὁποῖον κτίστηκε, θὰ ἔπρεπε χωρίς ἀναβολή νὰ κατεδαφιστῆ γιὰ νὰ ἀπαλλαγή ἡ πλατεῖα ἀπό μία ἑστία ἀκαθαρσίας, ἀπό ἕνα ἄχαρί, ἄρρυθμο καί ἀντιαισθητικό κατασκεύασμα.

Ἐμεῖς, ὁμολογοῦμεν τήν ἁμαρτία μας, ἐντυπωσιαζόμαστε πολύ ἀπό τίς πολυκατοικίες καί τά πολυόροφα κτίσματα, γιὰ κάθε τί γενικά πού παρέχει ἀνέσεις εὐκολίες στόν ἄνθρωπο. Προτιμοῦμε ἀντὶ νὰ κάθωνται σέ χαμόσπιτα καλύβες ἀρχοντικά καί ἰσόγεια μέ «καλλιτεχνική καί ἀρχαιολογική» ἀξία ἤ σέ ἐλεεινά καὶ ἀξιοθρήνητα κτίρια πού νά διατηροῦν τό «χρῶμα τοῦ τοπίου καὶ τοῦ τόπου». Ἀντὶ νὰ βλέπωμε τό νερό νὰ κρουνελιάζη κάτω ἀπό τίς ἀραχνοΰφαντες πρασινάδες καὶ νὰ ξεχειλίζουν οἱ γούρνες ἀπό πολυτρίχια καὶ μουσκιές καὶ νὰ τό κουβαλοῦν οἱ φτωχοί καὶ κουρασμένοι ἄνθρωποι στὰ σπίτια τους με τά σταμνιά στόν ὠμό ἤ μέ ντενεκέδες στὰ χέρια καὶ νὰ βγάζουν κυριολεκτικά την ψυχή τους ἀπό τό βάρος καὶ την κούρασι, προτιμοῦμε νὰ εἶναι τρεχάμενο καί νά φέρνη ξεκούρασι καὶ εὐλογία στόν ἄνθρωπο.

Δέν μᾶς ἐντυπωσιάζουν ὅμως καθόλου τά «ἱστορικά» χωρίς ἱστορία, τά «καλιτεχνικά» χωρίς τέχνη, καὶ τά «ἀρχαιολογικά» χωρίς ἀρχαιολογία κατασκευάσματα. Ἐμείναμε φαίνεται πολύ πεζοί ἄμουσοι ἄτεχνοι καὶ ἀκαλλιέργητοι ἄνθρωποι στὴν ζωή μας. Τί νὰ κάμωμε ὅμως, ὁ Κοζαργιανός εἶναι ἡ ἀρχή ἡ ἀφετηρία καὶ τό ξεκίνημα της καταγωγῆς μας. Δὲν ἔχουν γιὰ ἐμᾶς καμμιά ἀξία ἄχρηστες καὶ ἄτεχνες ἀρχαιότητες, πού πολλές φορές μέ τήν μανία καὶ τήν ψύχωσι τῶν ἀρχαιολόγων ἔχουν καταντήσει μεγάλη πληγή, σωστή κατάρα στή ζωή τήν ἀνάπτυξι καὶ τόν ἐξωραϊσμό τῶν πόλεων. Ἐμάς ἕνας καὶ μόνον μᾶς ἐνδιαφέρει. Ὁ ἄνθρωπος. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, μέ τίς ἀνάγκες μέ τούς πόθους μέ τίς ἐλπίδες μέ τήν ὑγεία τή ψυχαγωγία τήν βελτιωμένη τήν πολιτισμένη ζωή του. Δὲν μας ἐνδιαφέρει ἄν θὰ διατηρηθῆ ἢ ὄχι εἰς τόν ὑπό κάλυψι Ἰλισσό ἡ βρύση στὴν ὁποία ἐλούζετο ἡ Καλλιρρόη – δέν εἶμαι βέβαιος γιά τό ὄνομα τῆς λουομένης – ἀλλά μέ ἐνδιαφέρει νὰ καλυφθῆ ὁ βόθρος, διότι περί βόθρου πρόκειται, νὰ σωθοῦν δεκάδες χιλιάδες ἄνθρωποι ἀπό τή βρωμιά καὶ τήν ἀσθένεια. Δὲν μέ ἐνδιαφέρουν καθόλου τά μακρά ἀραβικά ἤ ἐνετικά τείχη στὸ Ἡράκλειο πού κρατοῦν φυλακισμένους τούς κατοίκους καὶ ταλαιπωροῦν καὶ βασανίζουν τήν πόλι, μέ ἐνδιαφέρει ὁ ἄνθρωπος, ὁ Ἠρακλειώτης ὁ ἄνδρας ἡ γυναῖκα καὶ τά παιδιά, οἱ 50.000 περιφραγμένοι δεσμῶτες πού δὲν ἔχουν τήν εὐκολία καὶ τήν δυνατότητα νὰ ἀναπνεύσουν, νὰ χαροῦν τόν οὐρανό καὶ τήν θάλασσα, γιατί τά ἀμφιβόλου ἀρχαιολογικῆς ἀξίας ἀτελείωτα καὶ πανύψηλα τείχη ἐμποδίζουν τήν εἴσοδο καί τήν ἔξοδο τοῦ ἀέρος.

Κανείς βέβαια μέ κοινό μυαλό ἄνθρωπος, καί νομίζομεν ὅτι ἔχομε καὶ ἐμεῖς τό κοινό αὐτό μυαλό δὲν θέλει νὰ γκρεμιστῆ ἕνα ἔργο τέχνης, νὰ κατεδαφισθῇ καὶ νὰ ἐκλείψη ἕνα τεχνικό ἀριστούργημα, ἕνα ἀρχαιολογικό «εὕρημα» καί ἀπόκτημα, γιὰ νὰ ἱκανοποιηθοῦν δευτερευούσης σημασίας ἀνάγκες τῆς ζωῆς. Ἀλλά τό νά βασανίζονται καὶ νὰ ὑποφέρουν ἄνθρωποι, τό νὰ ἐμποδίζεται ἡ ἐξέλιξις καὶ ἡ πρόοδος μιᾶς πόλεως, τό νὰ παραγνωρίζονται βασικές προϋποθέσεις τῆς ζωῆς γιὰ νὰ διατηρηθοῦν ἀμφιβόλου ἀξίας ἱστορικά καὶ ἀρχαιολογικά εὑρήματα εἶναι νομίζομεν ἀσυγχώρητο λάθος. Καὶ ἀπορῶ πῶς διακεκριμένα πρόσωπα τῆς ἐπαρχίας μας ὑποστηρίζουν ὅτι ἤ κατεδάφισις τοῦ Σαντριβανιοῦ εἶναι πρᾶξις βάρβαρη καὶ ἀξιόμεμπτη, ἐνῶ ξέρουν ὅτι τό κτίσμα αὐτό οὐδεμίαν εἶχε ἀξία, ὅτι τό γκρέμισμά του ἀπήλλαξε ἐπί τέλους τήν πλατεῖα ἀπό μιά χρονίζουσα καί φοβερή ἀσχήμια, ἀπό ἕνα ὑπόλειμμα μιᾶς κακῆς ἐποχῆς. Γνωρίζομεν ἀκόμη ὅτι ἡ κατεδάφισίς του δίδει τήν δυνατότητα τῆς ὁριστικῆς διαμορφώσεως τῆς πλατείας, ὥστε σιγά σιγά νὰ γίνη ἕνα κόσμημα γιὰ τήν πόλι καὶ μιά πολιτισμένη γωνιά στὴν ὁποία θά μποροῦμε νὰ περάσωμε ὡρισμένες κάπως εὐχάριστα ὧρες καὶ μεῖς καί τά παιδιά μας, σε μιά πλατεῖα τήν ὁποία μέ ὑπερηφάνεια θὰ μποροῦμε νὰ ἐπιδείξουμε.

Δημήτρης Παπαγιαννάκης

1Ανώνυμο, «Η κατεδάφισις του Σαντριβανιού», Η Δρήρος, 14.06.1959, σ. 1.

2 «Η επιγραφή αυτή είναι έμμετρη, σε μορφή αρχαίου ελεγειακού τετράμετρου. Η γλώσσα είναι ιωνική και το μέτρο ελεγειακό, δηλαδή οι περιττοί στίχοι (1ος και 3ος) είναι πλήρεις δακτυλικοί εξάμετροι (όπως είναι οι στίχοι του Ομήρου), ενώ οι άρτιοι (2ος και 4ος) είναι ελλιπείς δακτυλικοί εξάμετροι. Βέβαια το μέτρο είναι προσωδιακό, στηρίζεται δηλαδή στην εναλλαγή των μακρών και των βραχείων συλλαβών.» Βλ. Τσαγκαράκης Γεώργιος, Μεραμπελλιώτικα ανεγυρίσματα, Γραφικές τέχνες Δετοράκη, Ηράκλειο, 1993, . 129-132.

3Halbwachs Maurice, Η συλλογική μνήμη, Παπαζήση, Αθήνα, σ. 155 – 156.

4Γιαννιτσιώτης Γιάννης, «Ο Άρης Βελουχιώτης επιστρέφει στη Λαμία: Χωρικές διαμάχες γύρω από έναν μνημονικό τόπο», στο, Γιαννιτσιώτης Γιάννης – Γιαννακόπουλος Κώστας (επιμ.), Αμφισβητούμενοι χώροι στην πόλη. Χωρικές προσεγγίσεις του πολιτισμού, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2010, σ. 267 – 311.

5Ανώνυμο, «Γιατί στήθηκε και πώς γκρεμίστηκε το »Γερμανικό Πουλί» για τη Μάχης της Κρήτης», http://www.agonaskritis.gr/γιατί-στήθηκε-και-για-πώς-γκρέμιστηκε/ (Ημερ. Πρόσβ. 9/1/2021).

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.

Αρέσει σε %d bloggers: